Αγαπητοί μου αναγνώστες και αναγνώστριες, πήρα την πρωτοβουλία να παρουσιάσω από σήμερα, μερικά κείμενα της ελληνικής γραμματείας, τα οποία, παραμένουν - δυστυχώς -άγνωστα στο ευρύτερο κοινό και, είτε θαμμένα σε βιβλιοθήκες (πανεπιστημιακές ή μη), είτε προσβάσιμα μόνο μέσω ορισμένων συνδρομητικών πανάκριβων λογισμικών, είναι προσιτά μόνο σε πανεπιστημιακούς ή ανθρώπους που μπορούν να πληρώσουν το ανάλογο αντίτιμο.
Κατά τη γνώμη μου, η γνώση αποτελεί μια παγκόσμια κοινή κατάκτηση και παρακαταθήκη για το μέλλον, για τις επόμενες γενιές και όχι ένα βιβλίο με σκοπό να γίνει διατριβή, άρθρο ή εργασία για δύο-τρείς επιστήμονες και αναγνωστικό κοινό τους επιβλέποντες/ουσες καθηγητές/τριες και τους συγγενείς τους.
Ο ακαδημαϊκός λόγος, επιτηδευμένος, στυφός κι απόμακρος για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, όντως εξυπηρετεί τους φιλόλογους, γλωσσολόγους και άλλους επιστήμονες των ανθρωπιστικών σπουδών και είναι αναγκαίος για την "ενδο-επιστημονική" (ας μου επιτραπεί ο όρος) τους συνεννόηση.
Όμως, έργο ενός επιστήμονα δεν είναι μόνο η έρευνα και η συγγραφή εργασιών για εσωτερική πανεπιστημιακή κατανάλωση, αλλά και, η μετάδοση των αποτελεσμάτων και συμπερασμάτων τους στο αναγνωστικό κοινό.
Ως γλωσσολόγος, θα μου ήταν αδιανόητο έως και αδύνατον να εξηγήσω σε έναν μη μυημένο στη γλωσσολογία (ακόμη και σε έναν γλωσσολόγο του οποίου το πεδίο έρευνας είναι η φωνητική), την σύνταξη π.χ. του Χ' (Χι- τονούμενο), με την "ειδική" γλώσσα.
Τα εκλαϊκευμένα επιστημονικά βιβλία έχουν κάνει την εμφάνισή τους εδώ και χρόνια στα πεδία των Θετικών επιστημών, και έχουν αποκτήσει ένα ευρύτατο κοινό. Τα μαθηματικά, η αστρονομία, η φυσική, η χημεία, επιτέλους έγιναν κατανοητά πεδία για έναν "απλό" άνθρωπο, γιατί πολύ απλά έχουν γραφτεί από καταξιωμένους στο χώρο τους επιστήμονες ή ομάδες επιστημόνων που είχαν τη θέληση να μεταδώσουν τις γνώσεις τους με σχετικά απλά πρακτικά παραδείγματα, με τα οποία ένας άνθρωπος έρχεται καθημερινά σε επαφή, ή τα γνωρίζει, αλλά, απλά δεν τα παρατηρεί ή δεν μπορεί να τα συσχετίσει με μια ακατανόητη γι' αυτόν θεωρία (πράγμα απολύτως λογικό).
Τα τελευταία χρόνια η ψυχολογία πήρε τα ηνία -εκ μέρους των ανθρωπιστικών σπουδών- σ' αυτόν τον τομέα.
Νομίζω ότι ήρθε η ώρα και της γλωσσολογίας. Θεωρώ ότι δεν θα είναι και τόσο δύσκολο να εξηγήσουμε σ' έναν άνθρωπο - που όπως ισχυριζόμαστε, "έχει διαισθητικά την ικανότητα να παράγει και να κατανοεί άπειρο αριθμό γραμματικών προτάσεων και την διαίσθηση να διακρίνει τις αντιγραμματικές προτάσεις της γλώσσας του"- το γιατί μπορεί να το κάνει αυτό, στην απλή γλώσσα που αυτός κι εμείς μιλάμε καθημερινά. Ας αφιερωθούμε σ' αυτό κι ας κρατήσουμε την Τσομσκιανή λογική και ορολογία για το λειτούργημά μας.
Έτσι, θα προσφέρουμε το μεγαλύτερο αγαθό στην κοινωνία: τη γνώση για τη γλώσσα, κι όχι τη γλώσσα για τη γλώσσα!
Στο κείμενό μας τώρα!