Σκοποί της Κοινωνιογλωσσολογίας•Η μελέτη της γλώσσας σε μια συγκεκριμένη κοινωνική δομή
•Η σχέση γλώσσας και κοινωνίας
•Οι κοινωνικοί παράγοντες που καθορίζουν τη γλωσσική μας συμπεριφορά
•Η ανάλυση της γλωσσικής ετερογένειας
•Οι κοινωνικο-πολιτικές διαστάσεις της ετερογένειας
•Η σχέση γλώσσας και κοινωνίας
•Οι κοινωνικοί παράγοντες που καθορίζουν τη γλωσσική μας συμπεριφορά
•Η ανάλυση της γλωσσικής ετερογένειας
•Οι κοινωνικο-πολιτικές διαστάσεις της ετερογένειας
Η κοινωνιογλωσσολογία πήρε ‘σάρκα και οστά το 1964, κατά τη διάρκεια ενός θερινού σεμιναρίου στο Πανεπιστήμιο της Indiana των Η.Π.Α. στο οποίο συναντήθηκαν γνωστοί ερευνητές/τριες (Gumperz, Haugen, Labov, Fishman, κ.α.), ενώ το 1965 το στίγμα της επιστήμης αυτής δόθηκε ως εξής: «ποιος μιλάει, τι γλώσσα, σε ποιον και πότε»
Διαστάσεις ετερογένειας
•Κοινωνική -> κοινωνιόλεκτος
•Γεωγραφική -> γεωγραφική διάλεκτος
•Εθνοτική -> εθνόλεκτος
•Υφολογική -> επίπεδα ύφους
•Ατομική -> ιδιόλεκτος
•Επαφή γλωσσών -> διγλωσσία
•Η πολιτική διάσταση στην κοινωνιογλωσσολογική μελέτη και ανάλυση της γλώσσας βασίζεται στη θέση ότι:
•«η γλώσσα δεν είναι αθώα»
(Φραγκουδάκη, 1987)
•Η ανάλυση της γλώσσας μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα από την ανάλυση των κοινωνικών δικτύων (Milroy, 1980) ή μέσα από τις ‘κοινότητες της πρακτικής’ (Eckert & McConnell-Ginet, 1999, Payl;idoy, 2006) στις οποίες συμμετέχουμε .
Κοινότητα της πρακτικής:
Ένα σύνολο ατόμων τα οποία, συνδεόμενα με ένα κοινό εγχείρημα, αναπτύσσουν και μοιράζονται τρόπους γλωσσικής και μη γλωσσικής δράσης, αντιλήψεις, αξίες, σχέσεις εξουσίας, με μια λέξη, πρακτικές (Παυλίδου, 2006)
Μεθοδολογικά εργαλεία
•Συνεντεύξεις (δομημένες ή μη)
•Ερωτηματολόγια
•Συμμετοχική Παρατήρηση
•Πολυμεθοδικές προσεγγίσεις
•Η συμμετοχική παρατήρηση ->ο πιο σίγουρος τρόπος για τη συλλογή αυθεντικού υλικού σε πραγματικές επικοινωνιακές περιστάσεις, αφού ξεπεραστεί «το παράδοξο της παρατήρησης»
Απαιτούνται:
•παρατηρητικότητα,
•πολιτισμική γνώση,
•αποφυγή της κατάχρησης της εξουσίας,
•περιέργεια
•διακριτικότητα
•γνήσιο ενδιαφέρον
Επαφή γλωσσών-Διγλωσσία
•Η ταυτόχρονη γνώση και χρήση γλωσσικών ποικιλιών και γλωσσών για να
καλύψουμε τις επικοινωνιακές μας ανάγκες
•Τα δίγλωσσα άτομα μας υπενθυμίζουν ότι ο γλωσσικός χώρος αποτελεί μάλλον ένα συνεχές και για τα δίγλωσσα άτομα δεν είναι μόνο οι γλώσσες οι οποίες συγκατοικούν στον ίδιο γλωσσικό χώρο, αλλά ένα μίγμα από κουλτούρες και οπτικές γωνίες, το οποίο για κάποιους είναι ακατανόητο και για άλλους ανησυχητικό (Brutt-Griffler & Varghese, 2004).
Η διερεύνηση της γλώσσας και της ταυτότητας, με έναυσμα τον χώρο της διασποράς, φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από θέματα που αφορούν την προσωπική γλωσσική χρήση, την ένταξή μας σε μια κοινότητα, τις προσδοκίες της κοινότητας απέναντί μας, τις δικές μας προσδοκίες από την ένταξή μας σε μία κοινότητα, αλλά και το ευρύτερο εκπαιδευτικό και πολιτικό πλαίσιο.
Γλώσσα και Εθνοτική ταυτότητα στις μικρές ηλικίες
Έρευνες (π.χ. Ocampo, Knight & Bernal, 1997) δείχνουν ότι η διαδικασία ταύτισής μας με την εθνοτική ομάδα στην οποία ανήκουμε (όπως και με το φύλο ή τη φυλή μας) αναπτύσσεται πριν από τη γνώση ότι αυτή η ταύτιση είναι ‘μόνιμη’, παρόλες τις αλλαγές σε χρόνο, ηλικία, εμφάνιση ή περιβάλλον.
Ειδικά σε σχέση με την εθνοτική μας ταυτότητα, ερευνητικά δεδομένα έδειξαν ότι παιδιά κάτω των 5 ετών έχουν περιορισμένη αντίληψη της εθνοτικής τους ταυτότητας, ενώ παιδιά άνω των 6 επιδεικνύουν καλύτερη ικανότητα να τοποθετούν άλλα παιδιά στη δική τους εθνοτική ομάδα, ενώ μεγαλώνοντας μπορούν να προτείνουν περισσότερους λόγους για την ένταξη αυτή.
•Κοινωνική -> κοινωνιόλεκτος
•Γεωγραφική -> γεωγραφική διάλεκτος
•Εθνοτική -> εθνόλεκτος
•Υφολογική -> επίπεδα ύφους
•Ατομική -> ιδιόλεκτος
•Επαφή γλωσσών -> διγλωσσία
•Η πολιτική διάσταση στην κοινωνιογλωσσολογική μελέτη και ανάλυση της γλώσσας βασίζεται στη θέση ότι:
•«η γλώσσα δεν είναι αθώα»
(Φραγκουδάκη, 1987)
•Η ανάλυση της γλώσσας μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσα από την ανάλυση των κοινωνικών δικτύων (Milroy, 1980) ή μέσα από τις ‘κοινότητες της πρακτικής’ (Eckert & McConnell-Ginet, 1999, Payl;idoy, 2006) στις οποίες συμμετέχουμε .
Κοινότητα της πρακτικής:
Ένα σύνολο ατόμων τα οποία, συνδεόμενα με ένα κοινό εγχείρημα, αναπτύσσουν και μοιράζονται τρόπους γλωσσικής και μη γλωσσικής δράσης, αντιλήψεις, αξίες, σχέσεις εξουσίας, με μια λέξη, πρακτικές (Παυλίδου, 2006)
Μεθοδολογικά εργαλεία
•Συνεντεύξεις (δομημένες ή μη)
•Ερωτηματολόγια
•Συμμετοχική Παρατήρηση
•Πολυμεθοδικές προσεγγίσεις
•Η συμμετοχική παρατήρηση ->ο πιο σίγουρος τρόπος για τη συλλογή αυθεντικού υλικού σε πραγματικές επικοινωνιακές περιστάσεις, αφού ξεπεραστεί «το παράδοξο της παρατήρησης»
Απαιτούνται:
•παρατηρητικότητα,
•πολιτισμική γνώση,
•αποφυγή της κατάχρησης της εξουσίας,
•περιέργεια
•διακριτικότητα
•γνήσιο ενδιαφέρον
Επαφή γλωσσών-Διγλωσσία
•Η ταυτόχρονη γνώση και χρήση γλωσσικών ποικιλιών και γλωσσών για να
καλύψουμε τις επικοινωνιακές μας ανάγκες
•Τα δίγλωσσα άτομα μας υπενθυμίζουν ότι ο γλωσσικός χώρος αποτελεί μάλλον ένα συνεχές και για τα δίγλωσσα άτομα δεν είναι μόνο οι γλώσσες οι οποίες συγκατοικούν στον ίδιο γλωσσικό χώρο, αλλά ένα μίγμα από κουλτούρες και οπτικές γωνίες, το οποίο για κάποιους είναι ακατανόητο και για άλλους ανησυχητικό (Brutt-Griffler & Varghese, 2004).
Η διερεύνηση της γλώσσας και της ταυτότητας, με έναυσμα τον χώρο της διασποράς, φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από θέματα που αφορούν την προσωπική γλωσσική χρήση, την ένταξή μας σε μια κοινότητα, τις προσδοκίες της κοινότητας απέναντί μας, τις δικές μας προσδοκίες από την ένταξή μας σε μία κοινότητα, αλλά και το ευρύτερο εκπαιδευτικό και πολιτικό πλαίσιο.
Γλώσσα και Εθνοτική ταυτότητα στις μικρές ηλικίες
Έρευνες (π.χ. Ocampo, Knight & Bernal, 1997) δείχνουν ότι η διαδικασία ταύτισής μας με την εθνοτική ομάδα στην οποία ανήκουμε (όπως και με το φύλο ή τη φυλή μας) αναπτύσσεται πριν από τη γνώση ότι αυτή η ταύτιση είναι ‘μόνιμη’, παρόλες τις αλλαγές σε χρόνο, ηλικία, εμφάνιση ή περιβάλλον.
Ειδικά σε σχέση με την εθνοτική μας ταυτότητα, ερευνητικά δεδομένα έδειξαν ότι παιδιά κάτω των 5 ετών έχουν περιορισμένη αντίληψη της εθνοτικής τους ταυτότητας, ενώ παιδιά άνω των 6 επιδεικνύουν καλύτερη ικανότητα να τοποθετούν άλλα παιδιά στη δική τους εθνοτική ομάδα, ενώ μεγαλώνοντας μπορούν να προτείνουν περισσότερους λόγους για την ένταξη αυτή.
Η Aboud (1988) πρότεινε ότι παιδιά ηλικίας 4-8 ετών αντιλαμβάνονται ομοιότητες με άλλα παιδιά-μέλη της ομάδας τους. Μια τέτοια μελέτη έχει ενδιαφέρον για να κατανοήσουμε καλύτερα τους τρόπους με τους οποίους η ανάπτυξη της εθνοτικής ταυτότητας επιδρά στο αίσθημα περηφάνειας του παιδιού για την ομάδα του και στη στάση του απέναντι στις άλλες ομάδες.
Τι μπορεί να γίνει μέσω της εκπαίδευσης
•Η γλώσσα είναι το μόνο αντικείμενο που είναι και μέσο διδασκαλίας
•Η ενίσχυση της γλώσσας ή των γλωσσών του παιδιού μαζί με την παράλληλη διδασκαλία της κοινής, κυρίαρχης γλώσσας.
•Η χρήση λέξεων και εκφράσεων στις άλλες γλώσσες ή ποικιλίες για την τόνωση της αυτοεκτίμησης του παιδιού
•Η καλλιέργεια της γλωσσικής δημιουργικότητας των παιδιών, μέσω της σύνθεσης λέξεων ή μορφημάτων από διαφορετικές ποικιλίες, ιδιαίτερα σε κάποια είδη λόγου (π.χ. τραγούδια, ποιήματα)
•Η προβολή της γλωσσικής ετερογένειας και της ποικιλίας των γλωσσών, μέσα από παραδείγματα από άλλες γλώσσες σε έναν γλωσσικό πίνακα της τάξης .Οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων δεν μπορούν να θεωρούν ότι ‘δεν είναι δουλειά τους’ (Lee & Oxelon, 2006) η γλωσσική και γενικότερη πολιτισμική ταυτότητα που φέρνει το κάθε παιδί στο σχολείο από την οικογένειά του, εφόσον αυτή η ταύτιση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη σχέση του παιδιού με το σχολείο και τη μάθηση.
Τι μπορεί να γίνει μέσω της εκπαίδευσης
•Η γλώσσα είναι το μόνο αντικείμενο που είναι και μέσο διδασκαλίας
•Η ενίσχυση της γλώσσας ή των γλωσσών του παιδιού μαζί με την παράλληλη διδασκαλία της κοινής, κυρίαρχης γλώσσας.
•Η χρήση λέξεων και εκφράσεων στις άλλες γλώσσες ή ποικιλίες για την τόνωση της αυτοεκτίμησης του παιδιού
•Η καλλιέργεια της γλωσσικής δημιουργικότητας των παιδιών, μέσω της σύνθεσης λέξεων ή μορφημάτων από διαφορετικές ποικιλίες, ιδιαίτερα σε κάποια είδη λόγου (π.χ. τραγούδια, ποιήματα)
•Η προβολή της γλωσσικής ετερογένειας και της ποικιλίας των γλωσσών, μέσα από παραδείγματα από άλλες γλώσσες σε έναν γλωσσικό πίνακα της τάξης .Οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων δεν μπορούν να θεωρούν ότι ‘δεν είναι δουλειά τους’ (Lee & Oxelon, 2006) η γλωσσική και γενικότερη πολιτισμική ταυτότητα που φέρνει το κάθε παιδί στο σχολείο από την οικογένειά του, εφόσον αυτή η ταύτιση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη σχέση του παιδιού με το σχολείο και τη μάθηση.
Απόσπασμα από μαρτυρία νηπιαγωγού Χαρούλας Ρεντζέλου-Δημηρούλη:
«Στο νηπιαγωγείο μου είχα ένα κορίτσι΄, τη Γρηγορία, που μιλούσε κρητικά. Η Γρηγορία μιλούσε πολύ λίγο. Στην αρχή το απέδιδα στην έντονη κρητική προφορά της. Σιγά σιγά με τη Γρηγορία εντοπίσαμε ότι η προφορά της ήταν μουσική. Η Γρηγορία ξεθάρρεψε που ασχολούμασταν με την προφορά της και μας αποκάλυψε ότι ξέρει μαντινάδες και στιχάκια απ’ ‘εξω. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν και την άκουσαν πολλές φορές να μας απαγγέλει μαντινάδες, προσπάθησαν δε να τη μιμηθούν και να κάνουν κι αυτά μαντινάδες, χρησιμοποιώντας και το ‘τς’ αλλά σε΄λάθος μέρη. Η όλη προσπάθεια ήταν πολύ διασκεδαστική και έβγαλε τη Γρηγορία από την αφάνεια» (Τζάννε, 2000)
«Στο νηπιαγωγείο μου είχα ένα κορίτσι΄, τη Γρηγορία, που μιλούσε κρητικά. Η Γρηγορία μιλούσε πολύ λίγο. Στην αρχή το απέδιδα στην έντονη κρητική προφορά της. Σιγά σιγά με τη Γρηγορία εντοπίσαμε ότι η προφορά της ήταν μουσική. Η Γρηγορία ξεθάρρεψε που ασχολούμασταν με την προφορά της και μας αποκάλυψε ότι ξέρει μαντινάδες και στιχάκια απ’ ‘εξω. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν και την άκουσαν πολλές φορές να μας απαγγέλει μαντινάδες, προσπάθησαν δε να τη μιμηθούν και να κάνουν κι αυτά μαντινάδες, χρησιμοποιώντας και το ‘τς’ αλλά σε΄λάθος μέρη. Η όλη προσπάθεια ήταν πολύ διασκεδαστική και έβγαλε τη Γρηγορία από την αφάνεια» (Τζάννε, 2000)
Διήγηση της Αικατερίνης Δραμουντάνη για τον Μιχάλη που μιλούσε την ποντιακή
"Με κοιτούσε στα μάτια και στο στόμα καλά καλά για να καταλάβει τι του έλεγα, κι αν χρειαζόταν να μου απαντήσει, μου απαντούσε στα ποντιακά, με αποτέλεσμα η τάξη να ξεκαρδίζεται στα γέλια και ο Μιχάλης να μαζεύεται ολοένα και περισσότερο στο καβούκι του. Χρειάστηκαν να γίνουν πολλές συζητήσεις για να καταλάβουν οι άλλοι ότι ο Μιχάλης ήρθε από άλλη περιοχή, ότι μιλούσε διαφορετικά από μας, ότι εμείς θα τον μαθαίναμε τη γλώσσα μας και αυτός θα μας μάθαινε τη δική τους. Πράγματι, στο τέλος της χρονιάς ο Μιχάλης ήξερε να μιλάει πολύ καλά τα ελληνικά, εμείς είχαμε μάθει αρκετές ποντιακές λέξεις, είχαμε γευτεί αρκετές από τις λιχουδιές που φτιάχνουν οι Πόντιοι και είχαμε εμπλουτίσει τη γωνιά της μουσικής μας με ποντιακή μουσική, πράγμα που έκανε το πρόσωπο του Μιχάλη να αστράφτει από χαρά όταν την άκουγε".
"Με κοιτούσε στα μάτια και στο στόμα καλά καλά για να καταλάβει τι του έλεγα, κι αν χρειαζόταν να μου απαντήσει, μου απαντούσε στα ποντιακά, με αποτέλεσμα η τάξη να ξεκαρδίζεται στα γέλια και ο Μιχάλης να μαζεύεται ολοένα και περισσότερο στο καβούκι του. Χρειάστηκαν να γίνουν πολλές συζητήσεις για να καταλάβουν οι άλλοι ότι ο Μιχάλης ήρθε από άλλη περιοχή, ότι μιλούσε διαφορετικά από μας, ότι εμείς θα τον μαθαίναμε τη γλώσσα μας και αυτός θα μας μάθαινε τη δική τους. Πράγματι, στο τέλος της χρονιάς ο Μιχάλης ήξερε να μιλάει πολύ καλά τα ελληνικά, εμείς είχαμε μάθει αρκετές ποντιακές λέξεις, είχαμε γευτεί αρκετές από τις λιχουδιές που φτιάχνουν οι Πόντιοι και είχαμε εμπλουτίσει τη γωνιά της μουσικής μας με ποντιακή μουσική, πράγμα που έκανε το πρόσωπο του Μιχάλη να αστράφτει από χαρά όταν την άκουγε".
Στόχος της εκπαίδευσης προτείνουμε να είναι η ισορροπία ανάμεσα στην ενότητα και την ετερότητα, ή, όπως ισχυρίζεται ο Banks (2004), η ετερότητα μέσα από την ενότητα, ώστε να καλλιεργήσουμε πολιτισμικά εγγράμματους πολίτες που σέβονται και εκτιμούν τον γλωσσικό και πολιτισμικό πλουραλισμό, προωθώντας την αρμονική και δημοκρατική συμβίωση σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία. (Γκαϊνταρτζή & Τσοκαλίδου, 2008)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου